Π Ρ Ο Σ Ε Χ Ω Σ 7/2 0 2 4 : O Δ Υ Σ Σ Ε Ι Σ & Γ Ι Α Σ Ε Μ Ι Ν Ε Σ
Ο Όμηρος (του οποίου η περιλάλητη τυφλότητα δεν θα του είχε επιτρέψει να εκτιμήσει επαρκώς την παρούσα έκθεση, ακόμη και αν δεν μεσολαβούσε η εγγενής του θνητότητα) αντιπαραβάλλει το ανήσυχο πνεύμα του Οδυσσέα στη σταθερότητα της Πηνελόπης. Σε δύο τουλάχιστον κινηματογραφικές αναπαραστάσεις (την παλιά Οδύσσεια της Τσινετσιτά και το Βλέμμα του Οδυσσέα του Αγγελόπουλου) η σταθερότητα αυτή επεκτείνεται στην ίδια την ερωτικά ιδωμένη από τον Οδυσσέα Γυναίκα, που αλλάζει ονόματα και ταυτότητες διατηρώντας την ίδια μορφή. Ο Οδυσσέας, αντίθετα, αλλάζει και μεταμφιέζεται σε σημείο να γίνει αγνώριστος ακόμη και στην ίδια την Πηνελόπη (αλλά όχι στον σκύλο του, που διαθέτει όσφρηση ισχυρή, ιδιότητα κυριολεκτικώς άχρηστη αλλά μεταφορικώς απαραίτητη στην πρόσληψη των τεχνών) και αναγκάζεται να της παραθέσει «σημάδια» για την ταυτοποίησή του.
Πώς μπορεί να αρθεί αυτή η άδικη ασυμμετρία, αν όχι διά της αμοιβαίας πολλαπλότητας; Και, ξεμπερδεύοντας με την Πηνελόπη και την αμφίβολη ετυμολογία της (ίσως πηνέλοψ, είδος πάπιας, επίσης προσφυής στον χαρακτήρα της ομηρικής συζύγου παροιμιακή παρομοίωση), το πολλαπλό ταίρι του πλήθους πολύτροπων και πολύμορφων Οδυσσέων γίνεται η εξίσου πρωτεϊκή στρατιά από Γιασεμίνες.
Σε τι οφείλουν τάχα το γενικό τους όνομα, αν όχι ίσως στο σεφερικό «Είτε βραδιάζει/είτε φέγγει/μένει λευκό/το γιασεμί»; Διατηρεί με άλλα λόγια τη ριζική «γιασεμοσύνη» του, κάτω από εκφάνσεις, συσκοτίσεις, προσωπεία.
Ποια είναι αυτή η ουσιώδης Γιασεμίνα, και ποιος ο εραστής της; Ίσως μόνο η ατέρμονη ακολουθία των ζευγαριών που περνούν εμπρός από τα μάτια μας το ξέρει μα το αποκρύπτει, αφήνοντάς μας μόνο να ψηλαφίσουμε οπτικά συναρμογές σχημάτων και χρωμάτων, σμιξίματα κι ενδιάμεσα διαστήματα. Είδη αναγνωρίσιμα, κι άλλα που μόλις τα υποψιαζόμαστε, ή που δεν έχουν γεννηθεί ακόμη, αναπτύσσονται, χωρίζουν, μικραίνουν ή μακραίνουν, αλληλοπεριέχονται και αλληλοσυμπληρούνται. Συνομιλίες μαγνητικές, προεξοχές και εισδοχές, διαχωρισμοί, επανενώσεις και ρωγμές, χαράσσουν στη συμπαντική σιγή τα περιγράμματά τους.
Η σειρά των μορφών και συναντήσεων μπορεί να εκτυλιχτεί μέχρι το άπειρο, κι έτσι το μόνο βέβαιο είναι ότι κανείς μας δεν θα ζήσει για να δει το τέλος της. Ας μείνουν έστω δείγματα, με τα διπλά και πολλαπλά αινίγματά τους.
Νίκος Σταμπάκης
2018: Το Ένα Μέσα στο Άλλο | L'un dans L'autre
Του φωτός και του ερέβους
Τα αρχαία ή αρχαιόπρεπα αγγεία της Βασιλικής Γεροκώστα κρύβουν μύθους και δι’ αυτών ιστορίες. Ιστορίες με πουλιά και φυτικά μοτίβα όπως στις μινωϊκές τοιχογραφίες, ιστορίες, επίσης, αντλημένες από την Ανατολή.
Αλλά αυτή η περίτεχνη, πλούσια εικαστική αφήγηση κρύβει υπογείως πράγματα που διαφεύγουν από τα γνωστά μοτίβα και απογειώνεται σε μια διαφορετικού τύπου ποίηση για τον θεατή που θα αφεθεί γυμνός στα προκλητικά χρώματα και στα προκλητικά σχέδιά τους. Δίχως το υλικό τους βάρος αυτά τα γιγαντιαία αγγεία και δίχως την πτητική τους δύναμη αυτά τα μαύρα, ραμφοφόρα, πουλιά-φαντάσματά της ενώνονται σε μια επίπεδη, πλακάτη επιφάνεια που αποκτά το πλήρες βάθος της, την όλη προοπτική της, όχι στο πρώτο επίπεδο ανάγνωσης / θέασης αλλά σε ένα δεύτερο: στη συνείδηση του στοχαστικού θεατή.
Τα πουλιά περιέχουν αγγεία και το αντίστροφο. Ποιος περιέχει τι, ποιο περιέχει την ύλη, ποιο περιέχει την ιδέα, ποιο συμβολίζει το Άλλο, δηλαδή το διαφορετικό, το πέρα από το αυτονόητο; Οι πίνακες αυτοί κρύβουν πολλαπλές απαντήσεις σε παρόμοια ερωτήματα που οι ίδιοι προκαλούν. Οι εκτυφλωτικές (έχεις συνεχώς την αίσθηση ότι μαστιγώνονται αλύπητα από τον φονικό ήλιο) εικόνες της Γεροκώστα, σε μια αλυσσίδα συμβολικών αναπαραστάσεων που η μεταξύ τους λεπτή ισορροπία δείχνει να δανείζεται γόνιμα κάτι από τη μυθολογία και τον συμβολισμό των αιγυπτιακών ταφικών παραστάσεων, καθηλώνουν το βλέμμα σε ένα αυτονομημένο αισθητικά σύμπαν που χαρακτηρίζει η αυτάρκεια: εκείνη των λιτών αρχετυπικών σχημάτων (καμπύλη, γραμμή, κύκλος, τετράγωνο) και χρωμάτων (ώχρα, μπλε, κόκκινο).
Το αυτονομημένο γεωμετρικό σύμπαν της Γεροκώστα είναι ένα ποιητικό σύμπαν: η κατορθωμένη εσωτερική δύναμη των αρχαίων αγγείων συζευγμένη με την επιβλητική εκείνη των αρχαιόπρεπων πτηνών επιβάλλει, τελικά, τα δύο κεντρικά μοτίβα ως μια παραλλαγή του φωτός και του ερέβους – κατά τον μεταφορικό τρόπο που αυτό ανέκαθεν συμβαίνει στην καλύτερη επική ποίηση.
Αρης Μαραγκόπουλος
2018: ΔακρυΟρυχείο
Εάν υποθέσουμε ότι ένα Δάκρυ δεν στεγνώνει, πολύ πιθανόν να αποτελείται από ορυκτά εκατομμυρίων ετών ή να αποτελεί απλά το φάντασμα ενός Πουλιού.
Δεδομένου ότι η μαγεία του Κακού χαράζει στο πρόσωπο τα δάκρυα που δεν χύθηκαν Ποτέ είναι πολύ πιθανό επίσης να μπερδεύουν κάποιοι ενίοτε τα δάκρυα με τα πεφτόφυλλα ενός δέντρου.
Στο ταξείδι του Πάντοτε, του Πέρα και του Παραπέρα, τα κανονικά δάκρυα βγαίνουν από την μαγική κάπα του ελέφαντα και εξατμίζονται μεθυσμένα και στιγμιαία συμβάλλοντας στην αντικαταστροφή της Ανοίξεως.
Β.Γεροκώστα 2018
2013: bossa nova / ηλιοβασιλέματα του 21ου αι.
ΕL DORADO | Μανιφέστο των ιθαγενών αστών της τροπικής δύσης
[Η φωτογραφία του ηλιοβασιλέματος από τον πλανήτη Άρη κάνει το γύρο του κόσμου ως η φωτογραφία της χρονιάς.]
Οι άνθρωποι ζητούν νέα ηλιοβασιλέματα. Μόνο που δε χρειάζεται να πάμε μακριά γιατί είμαστε ήδη μακριά: είμαστε τόσο εξωτικοί που μπορούμε να δούμε το ηλιοβασίλεμα κάποιο χάραμα καθώς ετοιμαζόμαστε για ταξίδι. Το τοπίο γεννιέται και πεθαίνει μέσα μας. Ο Ήλιος των ηλιοβασιλεμάτων μας δεν θα δύσει ποτέ. Δεν φοβόμαστε τη Συγκίνηση. Προετοιμάζουμε τη μεγάλη Πυρκαγιά. Τη μείζονα Κατάπτωση. Απαλλασσόμαστε από τη Θλίψη και φέρνουμε νέες φωτεινές Πληγές, νέα Ήθη, νέα Έθιμα. Κάνουμε το πρώτο βήμα ενός νέου συλλογικού Λάθους. Κοιτάμε τον Ήλιο να δύει γιατί είναι αρκετά μακριά ώστε να βλέπουμε καλά και γιατί δεν χρειάζεται ούτε να σκύψουμε ούτε να σηκώσουμε το κεφάλι: κοιτάμε ίσια και πέρα. Το κεφάλι μας έχει όλα τα χρώματα. Το κεφάλι μας είναι στρογγυλό σαν τον Ήλιο: στρογγυλό είναι το σχήμα που ταιριάζει σε αυτά που ανήκουν Παντού και Πουθενά, σε αυτά που κινούνται ελεύθερα. Ζούμε το παράδοξο ως καθημερινότητα. Μιλάμε γλώσσα διεθνή, είμαστε ακίνδυνοι μύθοι. Κανείς δεν μπορεί να μας εξαπατήσει: είμαστε το «Αιώνιο Αναβληθέν».
Β.Γεροκώστα, 8/2013
2011: viewmaster
Η γλώσσα της oπτικής επικοινωνίας προσελκύει την προσοχή του θεατή χρησιμοποιώντας μια σειρά από κώδικες, όπως ο ζωομορφικός, ο ανθρωπομορφικός, ο ερωτικός κ.α. Το ενδιαφέρον των εικόνων της Βασιλικής Γεροκώστα βρίσκεται στην ένταση που δημιουργείται ανάμεσα στις τεχνικές της οπτικής επικοινωνίας και την ιστορία της ζωγραφικής τέχνης. Η πληροφορία συμπυκνώνεται από το γλωσσικό στο γραφικό σύμβολο, δημιουργώντας φιγούρες και τοπία, μέσα στα οποία κινείται ανενόχλητη η ζωγραφική ύλη. Αυτά τα γραφήματα-φιγούρες έχουν αμφίβολη προέλευση και -όπως οι κηλίδες του Henri Michaux- προκαλούν τολμηρούς συνειρμούς, υπαινιγμούς και αμφισημίες.
Το εκτυφλωτικό χρώμα -ακόμα και το μαύρο λάμπει απειλητικά σαν πετρελαιοκηλίδα- μας υπενθυμίζει πως βρισκόμαστε στο τεχνητό όνειρο της διαφήμισης, των εταιρικών ταυτοτήτων, του επιθετικού branding, όπου κάθε στιγμή είναι στιγμή διέγερσης και εθισμού της προσοχής στα οπτικά slogan. Δεν γνωρίζουμε αν είναι ο ορίζοντας που διχοτομεί το τοπίο ή ένα τεχνητό ηλιοβασίλεμα μέσα σε πινακίδα, αν πρόκειται για διασταύρωση δρόμων, παράθυρο ή τηλεοπτική οθόνη. Η φιγούρα που αποδρά από αυτά τα τετράγωνα πλαίσια, έστω σαν σκιά, έστω σαν αντανάκλαση, θυμίζει τη τυραννία ενός κόσμου όπου η κατάχρηση των συμβόλων και των προϊόντων του πολιτισμού, έχει εκτοπίσει τον ίδιο τον άνθρωπο.
Χρήστος Χορδάκης